ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

«Η Ριζοσπαστικοποίηση αναφέρεται σε μία βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη διαδικασία όπου τα άτομα σχετίζονται με εξτρεμιστικές ιδέες ή νομιμοποιούν τις πράξεις τους με βάση εξτρεμιστικές ιδεολογίες». (Danish Government, 2016 – βλέπε Ενότητα 1, Μέρος 1: Εισαγωγή στη Ριζοσπαστικοποίηση).

Ενώ δεν υπάρχει οριστικός και γενικά αποδεκτός ορισμός της ριζοσπαστικοποίησης, ο όρος γενικότερα αναφέρεται σε μία διαδικασία – είτε βραχυπρόθεσμη είτε μακροπρόθεσμη – που εκφράζει τη σταδιακή προσκόλληση σε μία εξτρεμιστική ιδεολογία σε σημείο που νομιμοποιεί ή ακόμα και οδηγεί στη διάπραξη βίαιων πράξεων. Η αναφερθείσα διαδικασία τροφοδοτείται και διευκολύνεται από μία σειρά κοινωνικών και προσωπικών περιστάσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένη ευαλωτότητα του ατόμου και στην έλξη εξτρεμιστικών ιδεολογιών και ομάδων (CPRLV, 2016).

Process of radicalization leading to violence diagram

© Centre for the Prevention of Radicalisation Leading to Violence (CPRLV), με επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

Αυτές οι περιστάσεις διακρίνονται σε κοινωνικές ή/και συγκυριακές περιστάσεις και σε προσωπικές/ατομικές περιστάσεις. Οι κοινωνικές περιστάσεις περιλαμβάνουν την πολιτική και κοινωνική αστάθεια, την αυξημένη πολιτική αντιπαράθεση και τις κοινωνικές συγκρούσεις. Οι προσωπικές περιστάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν ψυχολογική ή κοινωνικοοικονομική ευαλωτότητα, αβεβαιότητα σχετικά με τους οικογενειακούς δεσμούς και τα κοινωνικά δίκτυα. Οι εν λόγω περιστάσεις μπορούν από τη μία να ενθαρρύνουν τα άτομα – και ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους – να αμφισβητήσουν το κατεστημένο και το περιβάλλον τους αλλά και να ξεκινήσουν μία αναζήτηση νοήματος· από την άλλη, οι περιστάσεις μπορεί να δράσουν ως παράγοντες υποκίνησης των ατόμων σε εξτρεμιστικές ομάδες, ώστε αυτές να στρατολογούν ευάλωτα άτομα και να τους προσφέρουν ελκυστικές απαντήσεις και το αίσθημα της κοινότητας. Με βάση όλα τα παραπάνω, εύλογα δημιουργείται το ερώτημα: «Ποιον ρόλο καλείται να διαδραματίσει η κριτική σκέψη του ανθρώπου σε αυτή την κατάσταση;» Εκτός από τους κοινωνικούς και ατομικούς παράγοντες, μπορούμε να εντοπίσουμε και προστατευτικούς παράγοντες. Αυτοί με τη σειρά τους  περιλαμβάνουν ψυχολογικούς παράγοντες, όπως η ενσυναίσθηση, γνωστικές δεξιότητες και η αίσθηση του ανήκειν, και κοινωνικούς παράγοντες, όπως οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί, η κοινότητα, τα κοινωνικά δίκτυα και τα συμπεριληπτικά περιβάλλοντα. Η κριτική σκέψη είναι ο πιο σημαντικός γνωστικός πόρος για την προστασία του ατόμου από την ένταξη σε εξτρεμιστικές ιδεολογίες και ομάδες.

«Η κριτική σκέψη μπορεί να ορισθεί ως η ικανότητα να σκεφτόμαστε ορθολογικά, διερευνώντας ζητήματα και ιδέες και κατανοώντας τη λογική σύνδεση μεταξύ τους, πριν αποδεχθούμε ή σχηματίσουμε μία άποψη ή ένα συμπέρασμα. Μπορεί επίσης να οριστεί ως η ικανότητα να εμπλακούμε στον αναστοχασμό και την ανεξάρτητη σκέψη». (Wiley, 2011 – βλέπε Ενότητα 2, Μέρος 1:  Κριτική Σκέψη)

Η έννοια της Κριτικής Σκέψης εστιάζει στη διδασκαλία του πώς να σκέφτονται και όχι του τι να σκέφτονται οι μαθητές/-ριες. Η κριτική σκέψη είναι η ικανότητα αξιολόγησης και διερώτησης σχετικά με τις πληροφορίες, τις γνώμες και τις ιδέες και ο καθορισμός της εγκυρότητας των επιχειρημάτων και των ιδεολογιών. Μπορεί να λειτουργήσει ως ασπίδα προστασίας από τις ψευδείς ειδήσεις (fake news) και τη μεροληπτική προπαγάνδα, καθώς και να βοηθήσει τα άτομα να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους και τις δικές τους ανεξάρτητες απόψεις. Η κριτική σκέψη είναι το θεμέλιο των δημοκρατικών κοινωνιών, διότι μόνο οι κριτικά σκεπτόμενοι και πληροφορημένοι πολίτες μπορούν να ασκήσουν πλήρως το δικαίωμα ψήφου και να συμμετάσχουν ενεργά στη δημοκρατική ζωή της κοινωνίας στην οποία ζουν.

Το σχολείο ως μία ανθεκτική κοινότητα

Η εφηβεία είναι μία περίοδος κοινωνικής και συναισθηματικής ευαλωτότητας για τους/τις περισσότερους/-ες νέους/-ες, ενώ χαρακτηρίζεται από μία αναζήτηση απαντήσεων και προσωπικής ταυτότητας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους/τις μαθητές/-ριες που δεν συμβαδίζουν με την κυρίαρχη τάση της εκάστοτε εποχής, είτε λόγω της κοινωνικοοικονομικής ή εθνοτικής καταγωγής τους, είτε λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού ή απλώς επειδή δυσκολεύονται να κοινωνικοποιηθούν. Το σχολείο, από την πλευρά του, μπορεί να αποτελέσει ένα περιβάλλον που ενισχύει τις κοινωνικές ανησυχίες αλλά και την περιθωριοποίηση.

Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Charles Horton Cooley, η αίσθηση του εαυτού ενός ατόμου (η ταυτότητα του ή η αντίληψη αυτού) προσαρμόζεται από την αντίληψη που έχει αυτό το άτομο για το πώς τον/την βλέπουν οι άλλοι/-ες (Rahim, 2010). Η έννοια αυτή, η οποία ονομάζεται LookingGlass Self, εξηγεί τα αισθήματα απόρριψης, απουσίας της αίσθησης του ανήκειν, τη χαμηλή αυτοεκτίμηση και την περιθωριοποίηση των νέων ατόμων που δεν ταιριάζουν κοινωνικά στο σχολείο. Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να οδηγήσουν τους/τις νέους/-ες να στραφούν προς ιδεολογίες και ομάδες που μπορούν να στοχεύσουν συγκεκριμένα σε αυτά τα στοιχεία ευαλωτότητας και να τους παρέχουν σχετικές απαντήσεις στην αναζήτηση νοήματος και την ικανοποίηση της αίσθησης του ανήκειν μέσω της κοινότητας, της ομάδας και της αίσθησης της «οικογένειας» αντιστρέφοντας με αυτό τον τρόπο, την επίδραση του φαινομένου Looking GlassSelf. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό τα σχολεία να λειτουργούν ως θετικά περιβάλλοντα, ικανά να παρέχουν την αίσθηση της κοινότητας και μία μορφή νοήματος. Το σχολείο ή/και η τάξη πρέπει να αποτελούν ψυχικά ανθεκτικές κοινότητες που θα ενθαρρύνουν τα άτομα να αποκτήσουν ανθεκτικότητα.

Ως ανθεκτική κοινότητα ορίζεται μία ομάδα της οποίας τα χαρακτηριστικά βοηθούν στην πρόληψη της εμπλοκής των ατόμων σε εξτρεμιστικές ομάδες που οδηγούν στη βία. Η έννοια της ανθεκτικής κοινότητας εστιάζει στην ιδέα ότι οι δυνατές σχέσεις και τα συναισθήματα του ανήκειν μειώνουν την ευαλωτότητα των ατόμων στη βίαιη, εξτρεμιστική προπαγάνδα (Stephens etal., 2019). Οι εκπαιδευτικοί έχουν τη δυνατότητα να διασφαλίσουν ότι στην τάξη τους – και στο σχολείο γενικότερα – δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ανθεκτικών κοινοτήτων και όχι εστιών περιθωριοποίησης και ευαλωτότητας. Για να γίνει αυτό, οι εκπαιδευτικοί  πρέπει να εξασφαλίσουν ότι η τάξη αποτελεί έναν ασφαλή χώρο στον οποίο όλοι/-ες οι μαθητές/-ριες αισθάνονται αποδεκτοί/-ές και η φωνή τους έχει δύναμη. Επιπλέον, πρέπει να ενθαρρύνουν τους/τις μαθητές/-ριες να εξασκούν την συναισθηματική τους νοημοσύνη και την ενσυναίσθηση αντιμετωπίζοντας υπάρχουσες συγκρούσεις, βελτιώνοντας την ποιότητα των σχέσεων τους και λαμβάνοντας μέρος σε ανοιχτό διάλογο. Κανένα θέμα δεν πρέπει να είναι ταμπού και όλοι/-ες πρέπει να παρακινούνται ώστε να συμμετέχουν ενεργά σε κάθε συζήτηση στην τάξη.

Από αυτή την άποψη, η κριτική σκέψη είναι μία θεμελιώδης δεξιότητα που χρειάζονται οι μαθητές/-ριες για να μάθουν να διαμορφώνουν τις προσωπικές τους απόψεις,  να αναπτύσσουν τα επιχειρήματά τους και να αμφισβητούν τα στερεότυπα. Η ενεργοποίηση της κριτικής σκέψης στη διάρκεια του διαλόγου δίνει τη δυνατότητα στους/στις μαθητές/-ριες που συνήθως εξοστρακίζονται για αυτό που είναι, να μπορούν να εκφράζουν την άποψή τους και να επιχειρηματολογούν και κατά συνέπεια, να μην αποκλείονται για αυτό που είναι. Αυτός ο μηχανισμός μπορεί να αντιστρέψει την επίδραση του “LookingGlass Self”, γιατί οι μαθητές/-ριες θα νιώθουν ότι η φωνή τους ακούγεται και ότι δεν είναι τα θύματα ταμπελοποίησης και στερεότυπων, αλλά πλήρη μέλη μιας κοινωνίας διαλόγου.

Ο ανθεκτικός άνθρωπος: ένας κριτικός στοχαστής

Οι ανθεκτικές κοινότητες επιδιώκουν την ανάπτυξη ανθεκτικών ατόμων. Τα ανθεκτικά άτομα έχουν αποκτήσει τους ατομικούς ψυχολογικούς, γνωστικούς και σχεσιακούς προστατευτικούς παράγοντες που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Αν και η υπάρχουσα βιβλιογραφία σχετικά με το ανθεκτικό άτομο είναι ευρεία, μπορούμε να συνοψίσουμε τις κύριες απόψεις, οι οποίες εστιάζουν σε τρία ατομικά χαρακτηριστικά του ανθεκτικού ατόμου:

Γνωρίσματα του χαρακτήρα

Περιλαμβάνουν κυρίως την ενσυναίσθηση και τη συναισθηματική νοημοσύνη. Στην πραγματικότητα, η ενσυναίσθηση είναι θεμελιώδης για την αντιστροφή της διαδικασίας της στέρησης των ανθρωπίνων ιδιοτήτων μίας ομάδας ανθρώπων (ή πολλών ομάδων), η οποία αποτελεί συνήθως μέρος εξτρεμιστικής προπαγάνδας και ριζοσπαστικής πορείας·

Αξίες

Μεγάλος αριθμός συγγραφέων επισημαίνει τις αξίες της δημοκρατίας, του πλουραλισμού, της ελευθερίας του λόγου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως θεμελιώδεις για την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης και τη βελτίωση της ατομικής ανθεκτικότητας απέναντι σε εξτρεμιστικά μηνύματα. Πράγματι, αν μεταδώσουμε στους νέους ανθρώπους ένα ισχυρό πλέγμα αξιών και αν τους ενθαρρύνουμε να ενεργούν σύμφωνα με αυτές στα κοινωνικά δρώμενα και την καθημερινή τους ζωή, αφήνουμε λιγότερο χώρο σε εναλλακτικές δέσμες αξιών που προέρχονται από την εξτρεμιστική προπαγάνδα·

Γνωστικές ικανότητες

Η βασική γνωστική ικανότητα που φαίνεται ότι δρα προληπτικά είναι η κριτική σκέψη. Τα ανθεκτικά άτομα είναι κριτικοί στοχαστές, γιατί είναι ικανά να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε θέμα αντιπαράθεσης προκύψει, μπορούν να αντιληφθούν τα ψευδή ή πολωμένα μηνύματα και να καταπολεμήσουν τη μανιχαϊστική προπαγάνδα μέσω της λογικής ανάλυσης των επιχειρημάτων και των πηγών πληροφόρησης.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Εικόνα από την Έκθεση Πολιτικής του Δικτύου Ευαισθητοποίησης για τη Ριζοσπαστικοποίηση: Μετατρέποντας τα σχολεία σε εργαστήρια δημοκρατίας, 2019 (RAN Policy Paper: Transforming Schools into labs for democracy, 2019)

Ένα άλλο μοντέλο που αποτυπώνει τους κινδύνους και τους παράγοντες προστασίας από τη ριζοσπαστικοποίηση είναι αυτό που πρότεινε ο Magnus Ranstorp (RAN PAPER The Root Causes of Violent Extremism, 2016), ένας Σουηδός εμπειρογνώμονας, μέλος του Δικτύου Ευαισθητοποίησης για τη Ριζοσπαστικοποίηση (Radicalization Awareness Network – RAN).

Σύμφωνα με τον Ranstorp, γύρω από τη διαδικασία της ριζοσπαστικοποίησης υπάρχει ένα καλειδοσκόπιο παραγόντων που αλληλεπιδρούν και διασυνδέονται με περίπλοκο τρόπο.

Όπως δείχνει η εικόνα, στο κέντρο της διαδικασίας ριζοσπαστικοποίησης είναι το άτομο. Εκτός από τους προσωπικούς παράγοντες, όπως η θυματοποίηση, ο θυμός, το προσωπικό τραύμα και το συναίσθημα της ταπείνωσης, ο Ranstorp ορίζει και άλλους έξι παράγοντες που περιλαμβάνονται στο πρώτο επίπεδο του γραφήματος, γύρω από το άτομο. Πιο συγκεκριμένα, προσδιορίζει εξωτερικούς παράγοντες και γεγονότα που μπορεί να οδηγήσουν ένα άτομο προς τον εξτρεμισμό και τη ριζοσπαστικοποίηση. Περιλαμβάνουν κοινωνικούς παράγοντες (αποκλεισμός, κοινωνική κινητικότητα, έγκλημα), πολιτικούςπαράγοντες (εξωτερική πολιτική, ισλαμοφοβία, πόλεμος), ιδεολογικούς/θρησκευτικούς παράγοντες (ιστορικές αποστολές, ummah), πολιτισμικούς παράγοντες/παράγοντες ταυτότητας (έλλειψη της αίσθησης του ανήκειν, κρίση ταυτότητας, περιθωριοποίηση), παράγοντες στρατολόγησης (μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στοχοποίηση ευάλωτων ατόμων), δυναμική της ομάδας (φιλία και αίσθηση οικογένειας, ομαδική σκέψη, μέσα κοινωνικής δικτύωσης).

Για καθέναν από αυτούς τους παράγοντες, υπάρχει και ένας προστατευτικός παράγοντας που δρα σαν ασπίδα προστασίας ανάμεσα στο άτομο και την παρέκκλιση. Κάθε προστατικός παράγοντας περιορίζει τον κίνδυνο και προωθεί την προσωπική ανθεκτικότητα. Οι προστατευτικοί παράγοντες βρίσκονται στο τρίτο εξωτερικό επίπεδο σε σχέση με τον εκάστοτε παράγοντα κινδύνου.

  • Για να αποφευχθεί η πολιτική απομόνωση, είναι απαραίτητο να εστιάσουμε στην δημοκρατική ιδιότητα του πολίτη.

  • Για να προστατευτούμε από μία ιδεολογία. είναι απαραίτητο να έχουμε θρησκευτικές γνώσεις και γενικότερα να προωθούμε την ανάπτυξη διαπολιτισμικής συνείδησης και τη δεκτικότητα στην ποικιλομορφία.

  • Για να προστατευτούμε από κρίσεις ταυτότητας, χρειάζεται να διεγείρουμε την προσωπική συμμετοχή και ιδίως, την ενεργό συμμετοχή του πολίτη στα κοινά.

  • Ένας ισχυρός προστατευτικός παράγοντας ενάντια στον εξτρεμισμό είναι η ύπαρξη μίας υποστηρικτικής οικογένειας.

  • Για να βοηθήσουμε τα άτομα να αντισταθούν σε αρνητικές επιρροές από φιλίες και στενές σχέσεις, θα πρέπει να καλλιεργήσουμε την αυτονομία, την αυτοεκτίμηση, την κοινωνική και συναισθηματική ευημερία του ατόμου και τις δεξιότητές του.

Για να προστατευτούμε από αισθήματα αποκλεισμού, είναι απαραίτητη η ενίσχυση των κοινωνικών δεξιοτήτων για την αντιμετώπιση προβλημάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα σχολεία αναλαμβάνουν τον ρόλο της ενίσχυσης της ιδιότητας του πολίτη και της εκπαίδευσης δίνοντας τη δυνατότητα στους/στις μαθητές/-ριες να συμμετέχουν ενεργά και να εκφράζονται με δημοκρατικό τρόπο μέσω της ανάπτυξης ικανοτήτων ειρηνικής αντιπαράθεσης και δεξιοτήτων επίλυσης συγκρούσεων.

Τέλος, το τρίτο επίπεδο στην εικόνα αντιπροσωπεύει τους προωθητικούς παράγοντες σε επίπεδο κοινωνίας που συμβάλλουν στη δημιουργία μίας ψυχικά ανθεκτικής κοινωνίας: 

(RAN ISSUE PAPER Protective and promotive factors building resilience against violent radicalisation, 2018)

  1. Εγρήγορση
  2. Ασφάλεια
  3. Εκπαίδευση
  4. Διάλογος
  5. Συμπερίληψη
  6. Φροντίδα.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΣΜΟΥ

«Ο πρωταρχικός σκοπός της εκπαίδευσης δεν είναι μόνο να αναπτύξει γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες και συμπεριφορές και να ενσωματώσει θεμελιώδεις αξίες αλλά και να βοηθήσει τους νέους ανθρώπους – σε στενή συνεργασία με τους γονείς και τις οικογένειες τους – να γίνουν ενεργά, υπεύθυνα, ανοιχτόμυαλα μέλη της κοινωνίας. Τα παιδιά και οι νέοι/-ες αντιπροσωπεύουν το μέλλον μας και πρέπει να έχουν την ευκαιρία να διαμορφώσουν αυτό το μέλλον. Πρέπει να συνδυάσουμε τις προσπάθειές μας για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της περιθωριοποίησης, της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού και της ριζοσπαστικοποίησης και για τη διατήρηση ενός πλαισίου ίσων ευκαιριών για όλους/-ες. Οφείλουμε να προωθήσουμε την αίσθηση της πρωτοβουλίας των μαθητών/-ριών και των νέων ατόμων και τη θετική τους συμβολή μέσω της συμμετοχής, επαναβεβαιώνοντας τις κοινές θεμελιώδεις αξίες στις οποίες βασίζονται οι δημοκρατίες μας».

(Διακήρυξη του Παρισιού, 2015)

Η διακήρυξη του Παρισιού, που υιοθετήθηκε από τους/τις Ευρωπαίους/-ες υπουργούς εκπαίδευσης και τους/τις επιτρόπους εκπαίδευσης, πολιτισμού, νέων και αθλητισμού, αναγνωρίζει τον πρωταρχικό ρόλο της εκπαίδευσης και των σχολείων στην προώθηση μίας πιο ανεκτικής, πλουραλιστικής και ανοιχτής κοινωνίας, η οποία θα προστατεύει τις κοινές αξίες της ελευθερίας της σκέψης και της έκφρασης, την κοινωνική συμπερίληψη και τον σεβασμό προς τους άλλους, ενώ παράλληλα θα προλαμβάνει και θα καταπολεμά όλες τις μορφές διάκρισης.

Συγκεκριμένα, η διακήρυξη αναγνωρίζει ως έναν από τους κύριους στόχους των κρατών-μελών στον τομέα της εκπαίδευσης και ως βασικό παράγοντα για την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης την ενδυνάμωση της ικανότητας των μαθητών/-ριών και των νέων ανθρώπων να σκέφτονται κριτικά και να ασκούν κριτική, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να μπορούν να αντιληφθούν τις διαφορετικές πραγματικότητες, να διακρίνουν το γεγονός από την άποψη, να αναγνωρίσουν την προπαγάνδα και να αντισταθούν σε όλες τις μορφές κατήχησης και ρητορικής μίσους.

Κατά παρόμοιο τρόπο, η Ευρωπαϊκή Ατζέντα για την Ασφάλεια, που υιοθετήθηκε τον Απρίλιο του 2015, αποδίδει στην εκπαίδευση τον ρόλο-κλειδί για την αντιμετώπιση των παραγόντων που οδηγούν στον εξτρεμισμό, μέσω προληπτικών μέτρων, δηλαδή καταπολεμώντας την ριζοσπαστικοποίηση μέσω της προώθησης κοινών ευρωπαϊκών αξιών, της ενίσχυσης της κοινωνικής ένταξης, της αμοιβαίας κατανόησης και της ανοχής, υπογραμμίζοντας ότι η συμπεριληπτική εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην εξάλειψη των ανισοτήτων και την πρόληψη της περιθωριοποίησης.

Αυτά τα προληπτικά μέτρα αντιπροσωπεύουν μορφές πρόωρης ή γενικής πρόληψης και δρουν ως προστατευτικοί παράγοντες που μπορούν να προστατεύσουν τα παιδιά σαν ασπίδα κατά των παραγόντων κινδύνου που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη ενότητα.

Τα σχολεία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της πρόληψης της ριζοσπαστικοποίησης για πολλούς λόγους. Καταρχάς, επειδή οι έφηβοι/-ες έχουν συνήθως ανησυχίες, δυσκολίες και περνούν κρίσεις σχετικά με την ταυτότητα τους και διαπραγματεύονται θεμελιώδεις αξίες της κοινωνίας. Δεύτερον, διότι οι νέοι/-ες συνήθως δεν έχουν την απαραίτητη εμπειρία και τον χώρο για να συζητήσουν και να διαμορφώσουν την προσωπική τους άποψη για θέματα σχετικά με τη μετανάστευση, τις διακρίσεις και τις διεθνείς συγκρούσεις. Και τα δύο αυτά στοιχεία μπορούν να δημιουργήσουν πρόσφορο έδαφος για την καλλιέργεια εξτρεμιστικής προπαγάνδας. Για τον λόγο αυτό, τα σχολεία οφείλουν να καλλιεργούν την ψυχική ανθεκτικότητα καθώς και όλες τις επικοινωνιακές, κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες, οι οποίες είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της εφηβείας, και να παρέχουν σε πρώτη φάση έναν ασφαλή χώρο για να γίνει αυτό.

Τα σχολεία πρέπει να παρέχουν έναν ασφαλή χώρο για τους/τις μαθητές/-ριες, ώστε να αναπτύσσουν και να εκφράζουν τις απόψεις τους, να εξερευνούν ιδέες αλλά και τα προσωπικά τους όρια.

Οι ρόλοι του σχολείου και της εκπαίδευσης, αντικατοπτρίζουν το πρώτο επίπεδο πρόληψης (πρωταρχική ή πρώιμη πρόληψη), το οποίο στοχεύει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας σε παράγοντες κινδύνου που μπορεί να οδηγήσουν σε διαδικασίες ριζοσπαστικοποίησης και την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με το εν λόγω φαινόμενο. Αυτός ο στόχος αντιπροσωπεύει τον κεντρικό στόχο της εκπαίδευσης που είναι η προετοιμασία των νέων ανθρώπων για μία υπεύθυνη ζωή σε μία δημοκρατική κοινωνία όπου θα σέβονται τους κανόνες της και θα ενστερνίζονται τις αξίες της.

Εικόνα από την Έκθεση Πολιτικής του Δικτύου Ευαισθητοποίησης για τη Ριζοσπαστικοποίηση: Μετατρέποντας τα σχολεία σε εργαστήρια δημοκρατίας, 2018 (RAN Policy PaperTransforming schools into labs for democracy, 2018)

Σε αυτό το πλαίσιο, τα σχολεία έχουν ως βασική αποστολή τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος όπου οι ανησυχίες των μαθητών/-ριών μπορούν να αντιμετωπιστούν, οι πολωμένες απόψεις μπορούν να μετριαστούν, τα αμφιλεγόμενα ζητήματα μπορούν να συζητηθούν και οι εσφαλμένες αντιλήψεις μπορούν να αμφισβητηθούν. Ιδιαίτερα, τα σχολεία μπορούν να αμφισβητήσουν το ένα και αποκλειστικό μοτίβο ταυτότητας, το οποίο είναι ελκυστικό κατά την περίοδο της εφηβείας, διότι παρέχει εύκολες και έτοιμες απαντήσεις, αυστηρές, αμετάβλητες, καθώς και μη αμφισβητήσιμες αντιλήψεις.

Σε ένα άλλο επίπεδο, οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία μπορούν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην παρατήρηση πρώιμων σημαδιών εξτρεμισμού και ριζοσπαστικοποίησης στους/στις μαθητές/-ριες και να ενεργοποιήσουν συγκεκριμένες παρεμβάσεις, στοχευμένες στην εκάστοτε περίπτωση.

Το παρόν Πρόγραμμα Πρόληψης της Ριζοσπαστικοποίησης αφορά στο πρώτο επίπεδο πρόληψης, ενώ τα στοιχεία του δεύτερου επιπέδου περιλαμβάνονται στο παραδοτέο 3 του έργου PRACTICE – Κατευθυντήριες Οδηγίες για Εκπαιδευτικούς. 

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ;

Ο ρόλος του σχολείου στη φάση της πρόωρης πρόληψης των διαδικασιών ριζοσπαστικοποίησης μπορεί να συνοψιστεί στα ακόλουθα στοιχεία (Έκθεση Πολιτικής του Δικτύου Ευαισθητοποίησης για τη Ριζοσπαστικοποίηση: Μετατρέποντας τα σχολεία σε εργαστήρια δημοκρατίας, 2018· RAN Policy Paper – Transforming schools into labs for democracy, 2018):

1. Προώθηση του δημοκρατικού ήθους
  • Ευαισθητοποίηση και προώθηση βασικών αξιών, δικαιωμάτων και ελευθεριών στις δημοκρατικές κοινωνίες·
  • Διερεύνηση των ιδεών των μαθητών/-ριών σε ένα συμπεριληπτικό πλαίσιο·
  • Παροχή ασφαλούς χώρου για την αντιμετώπιση αμφιλεγόμενων ζητημάτων που μπορεί να προκαλούν συγκρούσεις·
  • Αμφισβήτηση της ιδέας της απόλυτης ηγεσίας και εξουσίας που υποστηρίζεται από τις εξτρεμιστικές ιδεολογίες και ασκεί επίδραση στους/στις νέους/-ες κατά την περίοδο που αναζητούν την προσωπική τους ταυτότητα ή αντιμετωπίζουν κρίση ταυτότητας·
  • Αντίσταση σε αυτή την ιδέα μέσω των αξιών του πλουραλισμού, της αποδοχής και της αντίθεσης των ενδιαφερόντων και ιδιαίτερα της σημασίας της εκπροσώπησης των μειονοτήτων.
2. Ενίσχυση της ποικιλομορφίας
  • Αποδόμηση του αφηγήματος «εμείς» εναντίον «αυτών»·
  • Εκτίμηση της συμβολής της διαφορετικότητας σε μία πλουραλιστική κοινωνία·
  • Διαπραγμάτευση των ζητημάτων που σχετίζονται με το πολιτισμικό πλαίσιο και την ταυτότητα, των ρόλων των φύλων και της μετανάστευσης, τα όποια εκμεταλλεύονται οι εξτρεμιστικές ομάδες που προωθούν μεροληπτικά αφηγήματα, μίσος και βία·
  • Ενίσχυση αμερόληπτων προσεγγίσεων, καταπολέμηση στερεοτύπων και προώθηση της διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης.
3. Ενίσχυση της Παιδείας στα Μέσα (Media Literacy)
  • Ευαισθητοποίηση σε θέματα ρητορικής μίσους ή ψευδών ειδήσεων με ιδιαίτερη έμφαση στις τεχνικές λειτουργίες και τους αλγόριθμους που διαμορφώνουν τη διαδικτυακή πραγματικότητα·
  • Παροχή εργαλείων για συνειδητή προσέγγιση των διαδικτυακών μέσων μέσω διασταύρωσης και διαδικτυακής επαλήθευσης των πληροφοριών·
  • Αντιμετώπιση της σύγχυσης της πληροφορίας, κατανόηση του πώς επηρεάζει τη δημοκρατία και ενδυνάμωση των μαθητών/-ριών για αντίσταση σε αυτές τις διαδικασίες.

Για να είναι αποτελεσματική η οποιαδήποτε στρατηγική πρόληψης της ριζοσπαστικοποίησης που στηρίζεται σε αυτούς τους τρεις κύριους πυλώνες, είναι ανάγκη να ενδυναμώσουμε τους/τις εκπαιδευτικούς, προτού εκπαιδεύσουμε τους/τις μαθητές/-ριες, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις δικές τους πιθανές μεροληπτικές απόψεις.

Για τον λόγο αυτό, η δομή του προγράμματος, όπως ήδη παρουσιάστηκε, ακολουθεί δύο κατευθύνσεις: παρέχει κατάρτιση στους/στις εκπαιδευτικούς, καθώς και οδηγίες για εργαστήρια (workshops) και δραστηριότητες που μπορούν να υλοποιήσουν με τους/τις μαθητές/-ριές τους.

Για να ξεκινήσετε την εκπαίδευση προχωρήστε παρακάτω και περιηγηθείτε στις διάφορες θεματικές ενότητες. Επιλέξτε εκείνες που είναι πιο ενδιαφέρουσες για εσάς, αρχίστε να μαθαίνετε και να κάνετε εξάσκηση!

Contact Us

Do you want to sign up to receive our newsletter or write us to have more information?

Coordinator – Centro per lo Sviluppo Creativo Danilo Dolci – Italy

antonella.alessi@danilodolci.org